Η τολμηρή στις απόψεις της περί έρωτος ταινία «Τρίο» του Γερμανού Τομ Τίκβερ και η ταινία εποχής «Ανώνυμος» του Ρόλαντ Εμεριχ, που αμφισβητεί τη συγγραφή των περίφημων θεατρικών έργων του από τον Σέξπιρ, ξεχωρίζουν σε μια βδομάδα που περιορίζεται σε τρεις νέες ταινίες.
«Τρίο» του Τομ Τίκβερ Με τρίτη, τη «Χαραυγή» του Μπιλ Κόντον, την πολυαναμενόμενη από τους φαν της κινηματογραφικής σειράς «The Twilight Saga», βασισμένης στα μπεστ σέλερ βιβλία τής Στέφανι Μέγιερς.
Τρίο
3/Drei.
Γερμανία, 2010. Σκηνοθεσία – σενάριο: Τομ Τίκβερ. Ηθοποιοί: Σόφι Ρόις, Σεμπάστιαν Σίπερ, Ντέβιντ Στρίσοου. 119′
***
Οι ερωτικές σχέσεις ανάμεσα σ’ ένα ζευγάρι που ζει μαζί εδώ και 20 χρόνια, κι έναν άλλο άντρα, δημιουργεί ένα ασυνήθιστο ερωτικό τρίγωνο, το οποίο ο Τίκβερ χρησιμοποιεί για να φτιάξει μια, εικαστικά εντυπωσιακή, διανθισμένη με ένα κάπως σκοτεινό χιούμορ, ταινία.
Η ταινία «Τρίο» του Γερμανού Τομ Τίκβερ («Τρέξε Λόλα τρέξε», «The International») καταπιάνεται με το θέμα των ερωτικών σχέσεων και της ελευθερίας τους σε μια κοινωνία που αρνείται να τις δεχτεί. Αρχίζει με ένα μεγάλης διάρκειας τράβελινγκ από παράθυρο τρένου, ενώ ακούμε τη φωνή ενός άντρα να μιλάει για σχέσεις, σεξ, αποβολή, γεράματα, για να μεταφερθούμε στη συνέχεια σ’ ένα πλάνο του γυμνού, σαραντάχρονου ζευγαριού στο κρεβάτι να κάνει έρωτα, απ’ ό,τι φαίνεται, ύστερα από καιρό. Στη συνέχεια, ενώ αρχίζουν να πέφτουν οι τίτλοι της ταινίας, η οθόνη χωρίζεται στα τέσσερα για να μας παρουσιάσει διάφορες πτυχές από την καθημερινή ζωή του ζευγαριού: τον άντρα να συνομιλεί με φίλους, τη γυναίκα στο τηλέφωνο, με το ζευγάρι, στη συνέχεια, να παρακολουθεί την προβολή ταινίας και τη γυναίκα να σχολιάζει πως δεν την καταλαβαίνει. Ολα σ’ ένα στιλ που θυμίζει τις ταινίες του Γκοντάρ, αλλά και τον ξέφρενο ρυθμό της πρώτης ταινίας του Τίκβερ, «Τρέξε, Λόλα, τρέξε».
Στη συνέχεια, σε μια με κάτασπρο φόντο σκηνή παρακολουθούμε ένα ζευγάρι να χορεύει μπαλέτο, ντουέτο που διακόπτεται από έναν τρίτο χορευτή, που άλλοτε χορεύει με τη γυναίκα, άλλοτε με τον άντρα κι άλλοτε και με τους δύο. Σκηνή που μας προετοιμάζει για το ερωτικό τρίγωνο που αναπτύσσεται ανάμεσα στα τρία πρόσωπα της ταινίας: από τη μια, τον Σιμόν (Σεμπάστιαν Σίπερ) και τη Χάνα (Σόφι Ρόις), ένα ζευγάρι διανοουμένων που η σχέση τους κρατάει 20 χρόνια (εκείνη παρουσιάζει ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα στην τηλεόραση, εκείνος καταπιάνεται με τη γλυπτική), κι από την άλλη, τον Ανταμ (Ντέβιντ Στρίσοου), έναν επιστήμονα γενετικής.
Ενώ αρχίζει ν’ αναπτύσσεται αυτή η σχέση ανάμεσα στους τρεις, παρακολουθούμε τον Σιμόν στις ιατρικές εξετάσεις του και στη συνέχεια την εγχείρησή του (πάσχει από καρκίνο στους όρχεις), ενώ η μητέρα του πεθαίνει από καρκίνο (σε πλάνα σε χωρισμένη οθόνη -split screen- ο Ανταμ μάς πληροφορεί για το θάνατό της). Το ερωτικό τρίγωνο αναπτύσσεται όταν η Χάνα παρακολουθεί μια διάλεξη του Ανταμ. Μόνο, που λίγο αργότερα, αφού κολυμπήσει σε δημόσια πισίνα, ο Σιμόν παρασύρεται σ’ ένα ομοφυλοφιλικό σεξ στα αποδυτήρια από τον ίδιο άντρα. Σχέσεις φαινομενικά μπερδεμένες που τελικά βοηθούν τον Ανταμ και τη Χάνα να αναζωογονήσουν τη δική τους σχέση και να οδηγήσουν το τρίγωνο σε μια ισορροπία.
Την τριγωνική αυτή σχέση ο Τίκβερ εκμεταλλεύεται με τρόπο έξυπνο και ευρηματικό για να στήσει σκηνές εικαστικά εντυπωσιακές, πότε σε ντεκόρ φουτουριστικά (η πρώτη σκηνή των δύο αντρών στα αποδυτήρια), και πότε σε χώρους γυμνούς (οι σκηνές του Ανταμ άλλοτε με τη Χάνα και άλλοτε με τον Σιμόν στο σχεδόν άδειο διαμέρισμά του). Ολα δοσμένα με μια ανάλαφρη σκηνοθεσία, που φέρνει στο νου ταινίες όπως την κλασική «Design for Living» του Λούμπιτς ή το «Ζιλ και Τζιμ» του Τριφό. Ταυτόχρονα, ο σκηνοθέτης εκμεταλλεύεται την παρουσία του Βερολίνου, όπου ζουν τα πρόσωπά του, για να δώσει τη συγκεκριμένη πολιτιστική του ατμόσφαιρα.
Ανώνυμος
Anonymous.
Βρετανία/Γερμανία, 2011. Σκηνοθεσία: Ρόλαντ Εμεριχ. Σενάριο: Τζον Ορλόφ. Ηθοποιοί: Ρις Ιφανς, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Τζόιλι Ρίτσαρντσον, Ρέιφ Σπολ, Σαμ Ριντ, Ντέιβιντ Τιούλις. 130′
** ½
Μια φανταστική εκδοχή για το ποιος έγραψε τα σεξπιρικά έργα, σε μια, με καλές ερμηνείες και εντυπωσιακή από πλευράς παραγωγής, ταινία, αν και, από πλευράς σκηνοθεσίας, εντελώς επιφανειακή στην προσέγγισή της.
Υπήρξαν, κι εξακολουθούν να υπάρχουν, κατά διαστήματα, απόψεις από «σεξπιριστές» (γνωστούς ως «αντι-στραντφορντιστές») πως τα 37 θεατρικά έργα που υπέγραφε ο Ουίλιαμ Σέξπιρ γράφτηκαν στην πραγματικότητα από άλλους, με τις περισσότερες εικασίες να επικεντρώνονται στο όνομα του Εντουάρντ ντε Βερ, κόμη της Οξφόρδης. Στην εικασία αυτή στηρίχτηκε ο Γερμανός σκηνοθέτης Ρόλαντ Εμεριχ, που, έχοντας ξεκινήσει την καριέρα του στην πατρίδα του, κατέληξε στο Χόλιγουντ για να ειδικευτεί σε περιπέτειες «μπλοκ μπάστερ» («2012», «Μετά την επόμενη μέρα», «Γκοντζίλα», «Ημέρα ανεξαρτησίας»).
Η ταινία ξεκινά με μια σύγχρονη σκηνή όπου ο Ντέρεκ Τζακόμπι προτείνει τη φανταστική αυτή εκδοχή ενώ στη συνέχεια παρακολουθούμε τον Μπεν Τζόνσον, τον άλλο μεγάλο θεατράνθρωπο της εποχής του Σέξπιρ, να προσπαθεί να σώσει το πρώτο χειρόγραφο του Σέξπιρ πριν τη φωτιά που έκαψε το περίφημο θέατρο Globe, το 1603, όπως ανιστόρητα θέλει να το παρουσιάσει η ταινία. Στη συνέχεια, μέσα από διάφορα, χωρίς ν’ ακολουθούν κάποια χρονολογική σειρά, φλας μπακ, παρακολουθούμε τη ζωή του Ντε Βερ, του ανώνυμου συγγραφέα των έργων, καθώς και του ίδιου του Σέξπιρ (ο οποίος παρουσιάζεται ως άξεστος, αγράμματος και μπεκρής!), με τα παρασκήνια και τα «παιχνίδια» που παίζονταν στην Αυλή της βασίλισσας Ελισάβετ (στο ρόλο η Βανέσα Ρεντγκρέιβ, με την Τζόλι Ρίτσαρντσον στο ρόλο μιας νεότερης Ελισάβετ) και τις προσπάθειες των συμβούλων της Ελισάβετ να παραγκωνίσουν τον εραστή της βασίλισσας, κόμη του Εσεξ (Σαμ Ριντ) για να εξασφαλίσουν τη διαδοχή του θρόνου για τον ευνοούμενό τους, βασιλιά της Σκωτίας.
Τελικά δεν είναι βέβαια η αλήθεια για τον Σέξπιρ που ενδιαφέρει τον πολύ Εμεριχ, αλλά το σοκάρισμα και οι εντυπωσιακές σκηνές, ιδιαίτερα εκείνες του Λονδίνου της εποχής (που πρέπει να πω αναπαριστά αρκετά πιστά) καθώς και των σκηνών του πλήθους, από εκείνες στο θεάτρο μέχρι τις σκηνές της σφαγής των εξαγριωμένων πολιτών που μαζεύονται έξω από τον πύργο του Λονδίνου, καθώς κι εκείνη της κηδείας της Ελισάβετ, αν και δοσμένη λάθος ιστορικά, αφού η βασίλισσα πέθανε την άνοιξη και όχι στη διάρκεια ενός χιονισμένου, όπως το κινηματογραφεί, χειμώνα.
Χάρη στις σκηνές αυτές, η ταινία παρακολουθείται το ίδιο ευχάριστα όσο και μια ταινία όπως το «2012». Σ’ αυτό βοηθούν και οι ερμηνείες των ηθοποιών, ιδιαίτερα του Ρις Ιφανς (Εντουάρντ ντε Βερ), αλλά και δεύτερων ρόλων όπως του Ντέιβιντ Τιούλις στο ρόλο του καμπούρη συμβούλου της Ελισάβετ, από τον οποίο ο Σέξπιρ εμπνεύστηκε, όπως μας παρουσιάζουν, τον «Ριχάρδο Γ’». Από καλλιτεχνική αξία, πάντως, η σκηνοθεσία του Εμεριχ παραμένει το ίδιο ανώνυμη όσο και ο ήρωας της ταινίας του.
Χαραυγή – Μέρος 1ο
The Twilight Saga: Breaking Dawn – Part One.
ΗΠΑ, 2011. Σκηνοθεσία: Μπιλ Κόντον. Σενάριο: Μελίσα Ρόζενμπεργκ. Ηθοποιοί: Ρόμπερτ Πάτινσον, Κρίστεν Στιούαρτ, Τέιλορ Λότνερ, Ασλι Γκριν, Ανα Κέντρικ. 117′
Το τέταρτο και τελευταίο βιβλίο της γνωστής μπεστ σέλερ σειράς, που έγραψε η Στέφανι Μέγιερς, ακολουθώντας τη μόδα του Χάρι Πότερ, χωρίστηκε από τους παραγωγούς σε δύο μέρη, με το πρώτο να προβάλλεται από σήμερα. Σ’ αυτό παρακολουθούμε το γάμο της όμορφης Μπέλα με τον βαμπίρ Εντουαρντ και το μήνα του μέλιτος που ακολουθεί, ώσπου μένει έγκυος. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, αποκτά, όπως έγινε και στο «Μωρό της Ροζμαρί», το παιδί του και οδηγεί σε σύγκρουση τις δύο αντικρουόμενες ομάδες των λύκων και των βαμπίρ.
Αυτό είναι το στόρι. Τώρα για την ταινία, τι να πει κανείς; Οι φαν των βιβλίων και της κινηματογραφημένης σειράς μάλλον θα ικανοποιηθούν. Από κινηματογρταφικής όμως πλευράς τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Αναφέρω παραδειγματικά τη σκηνή της γαμήλιας τελετής και της δεξίωσης, που κρατάει περισσότερο από 20 λεπτά. Στη διάρκειά της βλέπουμε την Μπέλα και τον Εντουαρντ σε δεκάδες γκρο πλάνα είτε να κοιτάζονται χαζά είτε να φιλιούνται, ενώ, ενδιάμεσα, ακούγονται διάφορα τραγούδια. Οπως ακριβώς σ’ ένα βιντεοκλίπ. Τελικά, μ’ εξαίρεση τη σύγκρουση των λύκων με τους βρικόλακες στο φινάλε, η ταινία -αν μπορούμε να την πούμε ταινία- αποτελείται από διάφορα βιντεοκλίπ, με πολλά τραγούδια και τουριστικές εικόνες των δασών του Καναδά. Κάποτε ο σκηνοθέτης της, Μπιλ Κόντον, με την ταινία του «Θεοί και δαίμονες» έδειχνε κάποιο ταλέντο που, δυστυχώς, οι βαμπίρ παραγωγοί του Χόλιγουντ φαίνεται να το ρούφηξαν. *