Fri, 06 December 2024

Μια αποκαλυπτική «βουτιά» στο ναυάγιο του πλοίου «Μέντωρ», το οποίο ταξίδευε στις αρχές του 19ου αιώνα με τα κλεμμένα γλυπτά του Παρθενώνα προς τη Μεγάλη Βρετανία και βυθίστηκε νοτιοανατολικά των Κυθήρων, έκανε από τις 6 έως τις 15 Ιουλίου κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων.

Περισυλλογή ευρημάτων από το χώρο της πρύμνης του πλοίου Περισυλλογή ευρημάτων από το χώρο της πρύμνης του πλοίου

Η υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα, με επικεφαλής τον καταδυόμενο αρχαιολόγο δρα Δημήτρη Κουρκουμέλη, μπορεί να μην έφερε στην επιφάνεια θραύσματα μαρμάρων ή γλυπτών του πολύτιμου φορτίου αλλά ορισμένα σημαντικά ευρήματα από το ιστορικό ναυάγιο.

Όσο όσο στο Βρετανικό Μουσείο

Ο Ελγιν είχε κάνει τα πάντα για να ανασύρει κάθε κομμάτι από τους κλεμμένους θησαυρούς. Από το Λονδίνο, όπου βρισκόταν, συντόνισε την επιχείρηση διάσωσης των γλυπτών με τη συμβολή Καλύμνιων και Σύμιων σφουγγαράδων, οι οποίοι «κατέβαιναν» στο ναυάγιο, σε βάθος 20 και πλέον μέτρων, κρατώντας, μόνο, την ανάσα τους. Τα γλυπτά ήταν συσκευασμένα σε κιβώτια. Η σωστική ενέργεια διήρκεσε περισσότερο από δύο χρόνια και οδήγησε τον Ελγιν στη χρεοκοπία. Γι’ αυτό τον λόγο στη συνέχεια αναγκάστηκε να πουλήσει τα γλυπτά όσο όσο στο Βρετανικό Μουσείο.

Η φετινή υποβρύχια έρευνα επικεντρώθηκε στην περιοχή της πρύμνης του πλοίου, εκεί που το 2009 είχαν εντοπιστεί, ανάμεσα σε λίθους του έρματος, ποικίλα ευρήματα όπως απολιθώματα ιχθύων σε σχιστολιθικές πλάκες. Από την πρόσφατη κατάδυση ανελκύστηκαν, κυρίως, αντικείμενα που χρησιμοποιούσε το δεκαμελές πλήρωμα: σκεύη διαφόρων τύπων, γυάλινα, πήλινα ή πορσελάνινα, φιάλες, διακοσμητικά στοιχεία από τον χώρο ενδιαίτησης των αξιωματικών, νομίσματα της εποχής, δυο όπλα, η διακόσμηση του κοντακίου ενός Ντουφεκιού, βόλια τριών διαφορετικών διαμετρημάτων, λίθινα τσακμάκια για τα όπλα, μια οβίδα κανονιού.

Καθώς και όργανα ναυσιπλοΐας, μια μικρή πυξίδα χειρός με αλυσίδα, στην οποία διακρίνεται η επιγραφή «London», και η πυξίδα του πλοίου. Σημαντική ανακάλυψη αποτελεί και η εύρεση δυο αρχαίων αργυρών νομισμάτων και ενός χάλκινου, τα οποία εντοπίστηκαν ανάμεσα στις πέτρες του έρματος.

Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνονται έρευνες στο ναυάγιο. Να θυμηθούμε τις καταδύσεις του πλοιάρχου Ζαν Ζακ Κουστό το 1975, του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών το 1980, όταν είχε εντοπιστεί ένα μέρος από το κέλυφος του πλοίου, το οποίο σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση, και εκείνες της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων το 2009.

Η φυγάδευση των γλυπτών του Παρθενώνα από την Ελλάδα δεν είχε τις ευλογίες των Θεών. Το πλοίο που ναύλωσε ο Ελγιν, ένα δικάταρτο μπρίκι του 1780 με Μαλτέζο καπετάνιο και δεκαμελές πλήρωμα, απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά το πρωί της 16ης Σεπτεμβρίου του 1802. Θα έφτανε στον προορισμό του μέσω Μάλτας.

Λίγες ώρες μετά τον απόπλου, κοντά στο Ακρωτήριο Ταίναρο, οι άνεμοι άρχισαν να δυσκολεύουν το ταξίδι του. Την επομένη, κι ενώ το πλοίο βρισκόταν στον Αβλέμονα Κυθήρων, χτύπησε στα βράχια, έγειρε και βυθίστηκε. Αφησε στον βυθό των Κυθήρων τα γλυπτά από τη ζωφόρο του Παρθενώνα, τον Ναό της Απτέρου Νίκης, σπαράγματα αγαλμάτων, μαρμάρινα μπούστα, έναν μαρμάρινο θρόνο και σφονδύλους κιόνων.

Τη σημασία των πρόσφατων ευρημάτων επισημαίνει ο αρχαιολόγος Δημήτρης Κουρκουμέλης, τονίζοντας ότι το ναυάγιο συνδέεται με μια σκοτεινή και δυσάρεστη στιγμή της περιπέτειας των γλυπτών του Παρθενώνα. Οι υποβρύχιες έρευνες στο ναυάγιο δείχνουν το συνολικό ενδιαφέρον της Ελλάδας για ολόκληρη την ιστορία της αρπαγής τους. Επιπλέον, τα νέα ευρήματα αποτελούν ενδείξεις της διαβίωσης των πληρωμάτων των εμπορικών πλοίων σε μια ταραγμένη ιστορική περίοδο της Ανατολικής Μεσογείου.

Να σημειώσουμε ότι την υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα χρηματοδότησε το Αυστραλιανό Ιδρυμα «Kytherian Research Group». *

Πηγή: http://www.enet.gr