Fri, 06 December 2024

Εγκυροι κύκλοι, που παρακολουθούν και γνωρίζουν το σκεπτικό του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, διαπιστώνουν έκδηλη ανησυχία ως προς την υπόθεση του ελληνικού χρέους, λόγω της αβεβαιότητας που καλύπτει τις προθέσεις των τραπεζών και για το πόσο η διαβεβαίωση του διευθυντή του Ινστιτούτου Διεθνών Χρηματοδοτήσεων (IIF), Τσαρλς Νταλάρα, για «κούρεμα» 50% είναι πράγματι μια ρεαλιστική προσδοκία.

Το χρέος παραμένει σχεδόν το ίδιο. Αυτό που αλλάζει είναι η παραχώρηση της εθνικής κυριαρχίας (φωτ. από τη διαδήλωση έξω από το ξενοδοχείο όπου πραγματοποιήθηκε η Σοσιαλιστική Διεθνής) Το χρέος παραμένει σχεδόν το ίδιο. Αυτό που αλλάζει είναι η παραχώρηση της εθνικής κυριαρχίας (φωτ. από τη διαδήλωση έξω από το ξενοδοχείο όπου πραγματοποιήθηκε η Σοσιαλιστική Διεθνής) Ολα θα εξαρτηθούν την άνοιξη, οπότε -σύμφωνα με ανώτατο χρηματοπιστωτικό παράγοντα- θα κριθεί κατά πόσον η Ελλάδα θα αποφύγει τελικά την ανεξέλεγκτη πτώχευση, σ’ αυτήν τουλάχιστον τη φάση. Αλλά, κατά τον ίδιο, λαμβανομένων υπ’ όψιν του κακού ελληνικού ιστορικού στην τήρηση των υπεσχημένων και του κακού σχεδιασμού του ελληνικού προγράμματος από ΔΝΤ και Ευρωπαίους, η χώρα «δύσκολα θα αποφύγει το μοιραίο» -για τον πρόσθετο λόγο, όπως λέγεται, ότι το «εγκληματικά αργοπορημένο» αυτό κούρεμα δεν είναι ούτε καν αρκετό.

Κατά την άποψη των εν λόγω κύκλων, με εξοικείωση στα του Ταμείου, το ΔΝΤ σωστά επέμενε στη συγκυρία αυτή σε «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, ύψους 75%, γιατί, παρά τα αντιθέτως διατυμπανιζόμενα, τίποτε δεν εγγυάται ότι την άνοιξη ή και αργότερα θα έχουν διαμορφωθεί τα νούμερα έτσι που θα καθιστούν βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Αλλά και πάλι, επικράτησε η άποψη του Βερολίνου.

Κατά τους ίδιους παράγοντες, εγείρονται αμφιβολίες για το κατά πόσον οι ιδιώτες-τράπεζες θα… «τρέξουν» να κλειδώσουν περικοπές στα ελληνικά ομόλογα της τάξης του 50%, τη στιγμή που, όταν το ποσοστό ήταν 21% μετά βίας και έπειτα από πολύμηνες πιέσεις η συμμετοχή, κατά τους γνωρίζοντες, ανήλθε λίγο πάνω από το 80%. Επί του προκειμένου, θα απαιτηθεί μια συμμετοχή της τάξης του 95%, που δεν είναι ορατή.

Επ’ αυτού, είναι άκρως ενδιαφέρουσα μια «λεπτομέρεια» στη δήλωση του εκπροσώπου των τραπεζών, Τσαρλς Νταλάρα, του IIF, με την οποία αυτός καλοσωρίζει (σ.σ. έστω και με «βαριά καρδιά») τη συμφωνία για το ελληνικό «κούρεμα», και στην οποία επισημαίνει ότι: «Η δομή των νέων ελληνικών απαιτήσεων θα χρειαστεί να είναι βασισμένη στους όρους και στις προϋποθέσεις που διασφαλίζουν μια απώλεια Καθαρής Τρέχουσας Αξίας (Net Present Value – NPV) για τους επενδυτές, που θα είναι συνεπής με μια εθελοντική συμφωνία».

Μ’άλλα λόγια, η κάθε τράπεζα αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση και θα λάβει τις αποφάσεις της με κριτήριο την αντανάκλαση που θα έχει στον ισολογισμό της η απώλεια από το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Οπότε, μέχρι τότε, ουδείς γνωρίζει τι θα συμβεί, παρά το γεγονός ότι στις ευρωπαϊκές κυρίως τράπεζες -όπως έδειξαν οι ενέργειες Βενιζέλου στην υπόθεση της Proton- οι πολιτικές ελίτ κάνουν απίστευτες πολιτικές παρεμβάσεις.

Εν τω μεταξύ, ανώτατοι οικονομικοί και τραπεζικοί κύκλοι στην Ουάσιγκτον, που είναι γνώστες του σκεπτικού του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, λένε στην «Ε» πως οι θριαμβολογίες της κυβέρνησης Παπανδρέου περί περικοπής του χρέους κατά 100 δισ. ευρώ απέχει μακράν της πραγματικότητας. Επ’ αυτού σημειώνεται ότι στις εσωτερικές ενημερώσεις των οικονομικών οργανισμών υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις και γίνονται για μελλοντικούς υπολογισμούς «ενδεχόμενου νέου κουρέματος», που εξακολουθούν να φοβούνται στο Ταμείο.

Εκεί τα νούμερα υπολογίζονται διαφορετικά. Οπως λέγεται, η ρεαλιστική και σωστή αποτίμηση του υποτιθέμενου κέρδους των 100 δισ. στην πραγματική οικονομία θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν το γεγονός των ζημιών τραπεζών και ασφαλιστικών ταμείων. Ετσι, θα πρέπει να συνυπολογιστούν τα 18 δισ. των απωλειών, που έχουν οι τράπεζες, και των περίπου 12 δισ. για τα ασφαλιστικά ταμεία. Οπότε, απομένουν περίπου 70 δισ. από τη μείωση των 100 δισ. του χρέους.

Σε αυτά και με όρους πραγματικής οικονομίας θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι συνέπειες από το λεγόμενο «κόστος της αναδιάρθρωσης» («cost of rescheduling»), που επί του προκειμένου υπολογίζεται από τους χρηματοπιστωτικούς παράγοντες επί τη βάσει του γεγονότος ότι, λόγω της αναδιάρθρωσης του χρέους, η χώρα αποκόπτεται από τις αγορές για μια 10ετία περίπου. Αυτό θεωρητικά σημαίνει πως, βάσει των σχετικών υπολογισμών, αν η χώρα ήταν στις αγορές, θα χρειαζόταν να δανειστεί για την επόμενη 10ετία ένα ποσό υπολογιζόμενο στα 50 δισ. για την ανάπτυξη της οικονομίας της. Οπότε, η υπολογιζόμενη «καθαρή αξία» («net value») του μειωθέντος χρέους των 100 δισ. κατεβαίνει, εν τέλει, στα 20 δισ., που είναι και το πραγματικό «κέρδος» της χρεοκοπίας, στην οποία οδήγησε τη χώρα η κυβέρνηση Παπανδρέου.

«Είναι απίστευτο», λέει ανώτατος οικονομικός παράγων στην Ουάσιγκτον, ο οποίος αναγνωρίζει, μεν, τα λάθη συλλήβδην όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά, όπως λέει, εκείνα «ωχριούν μπροστά στην ανικανότητα της σημερινής κυβέρνησης». Κατά τον ίδιο, «έπειτα από μια τιτάνια προσπάθεια και έχοντας διαλύσει την οικονομία και την κοινωνία, η Ελλάδα βρίσκεται στον ίδιο παρονομαστή», του 2009, από δανειακής πλευράς.

Το 2009, όταν ανέλαβε η κυβέρνηση Παπανδρέου, τα χρέη του Δημοσίου ήταν περίπου 250 δισ. ευρώ. Ολα ήταν προς ιδιώτες-τράπεζες. Εκτοτε, μετά το ξέσπασμα της κρίσης, εξ αυτών τα 40 δισ. τα έχει αγοράσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), στη δευτερογενή αγορά. Οπότε, έμειναν 210 δισ. περίπου προς ιδιώτες και 40 δισ. στα χέρια της ΕΚΤ. Εν τω μεταξύ, ως αποτέλεσμα του περσινού Μνημονίου (Μνημόνιο 1), το χρέος της χώρας αυξήθηκε κατά περίπου 110 δισ. Οπότε το συνολικό χρέος -ιδιωτικό και θεσμικό- ανήλθε στα 350 δισ. ευρώ.

Τώρα, μετά το «κούρεμα» των 100 δισ., η χώρα επανέρχεται στα 250 δισ., που ήταν το χρέος το 2009, όταν ανέλαβε το μάνατζμεντ της Ελλάδας ο κ. Παπανδρέου με την «παρέα» του. Η μόνη διαφορά είναι ότι η σύνθεση του χρέους έχει αλλάξει σήμερα προς το χειρότερο για τη χώρα, γιατί το μεγάλο μέρος μετατράπηκε, κακώς, από ιδιωτικό σε θεσμικό-κρατικό, με αποτέλεσμα οι πιστωτές μας -αντίθετα, από τις τράπεζες, που ήταν στο έλεος των υφιστάμενων προγενέστερα συμβάσεων- να έχουν πάρει πλέον απόλυτα την ελληνική εθνική κυριαρχία στα χέρια τους. Ετσι, η νέα σύνθεση του χρέους είναι: τα 105 δισ. προς ιδιώτες (210-105), τα 40 δισ. προς την ΕΚΤ και τα 110 δισ. προς ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας.

Το προβαλλόμενο επιχείρημα ότι η χώρα θα κερδίσει και 4,5 με 5 δισ. ευρώ ετησίως είναι εν μέρει μόνο σωστό, γιατί, όπως εκτιμάται από σχετικούς αμερικανικούς υπολογισμούς, «υπάρχουν και υπολογίσιμα κρυμμένα κόστη», που κατεβάζουν σημαντικά του σχετικούς υπολογισμούς κέρδους, που θα φανούν στην πορεία.

Επιπλέον των ανωτέρω χρεών έρχονται άλλα 110 δισ., μέσω της νέας θεσμικής σύμβασης (ΔΝΤ και Ευρωπαίοι), που θα είναι έτοιμη στα τέλη του χρόνου. Οπότε, το κρατικό χρέος θα ανέλθει στα 360 δισ. Οπως λέει ο διακεκριμένος οικονομολόγος Ρογκόφ, «το χρέος δεν λύνεται με χρέος» και αυτό η κυβέρνηση το αγνοεί παντελώς.